Φυγή (Διάλογος μ' ένα λιποτάκτη που δεν έφυγε τελικά)
- Θα φύγω.
- Που θα πας.
- Μακριά, όσο πιο μακριά μπορώ.
- Γιατί, σε κυνηγάει κανείς;
- Όχι.
- Τότε;
- Ε δε βλέπεις πως είναι τα πράγματα;
- Ναι βλέπω.
- Και δε φοβάσαι;
- Φοβάμαι.
- Ε τότε καταλαβαίνεις.
- Όχι.
- Τι εννοείς;
- Δεν έχω μάθει να φεύγω.
- Μ' αφού φοβάσαι.
- Ποιος σου είπε ότι όσοι μένουν δε φοβούνται;
- Τι κάνουν;
- Πολεμούν!
- Δε θέλω να πολεμήσω.
- Κανείς δε θέλει.
- Τότε;
- Πολεμάς έτσι κι αλλιώς.
- Κι αν όχι;
- Τότε είσαι καταδικασμένος.
- Γιατί;
- Γιατί θα φεύγεις πάντα. Δε θα στεριώσεις πουθενά...
- Γιατί;
- Θα είσαι πάντα κυνηγημένος από τον εαυτό σου. Λιποτάκτης.
- Και είναι κακό αυτό;
- Ίσως... Μεγαλώνοντας.
- Τι εννοείς;
- Γίνεσαι συλλέκτης μισών.
- Τι μισών;
- Μισές αναμνήσεις, μισά όνειρα, δουλείες, εμπειρίες, έρωτες και ανεκπλήρωτοι πόθοι.
- Α! Δεν είναι ωραίο αυτό!
- Το ξέρω. Σε όλους συμβαίνει. Είναι αλήθεια όμως.
- Συμβαίνει σε όλους είπες;
- Ναι, αλλά όχι πάντα ή για πάντα.
- Και πια είναι η λύση;
- Να μείνεις. Να πολεμήσεις.
- Μα φοβάμαι.
- Να νικήσεις!
- Κι αν δε τα καταφέρω;
- Κι αυτό συμβαίνει σε όλους αλλά στην ολοκλήρωση δε φτάνεις μόνο με νίκες.
- Δηλαδή;
- Σημασία έχει να πολεμάς. Όμως να ξέρεις, ακόμα κι αν χάσεις, έχεις νικήσει τον φόβο.
- Και τότε;
- Είσαι ελεύθερος, ολοκληρωμένος.
- Σ' ευχαριστώ. Θα προσπαθήσω.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου