Κύμα
Κι εκεί που το κύμα δρόσιζε άλλοτε τον βράχο, σε πρώτο-συνάντησα, ξεδίψασα με το φιλί σου, και θάρρεψα πως άνοιξη έγινε ο χειμώνας της ζωής μου. Κι ώσπου να ανοίξω τα μάτια χάιδεψα το φλογερό κορμί σου ζώντας όνειρο από εκείνα που χάνονται αξημέρωτα, μα σαν τα μάτια άνοιξα φθινόπωρο είχε γίνει και πάγος η ψυχή μου. Περίεργο πλάσμα ο άνθρωπος κι εγώ μαζί του, γεμάτος αναμνήσεις φλογερές, γεύσεις και μυρωδιές, που χάθηκαν θαρρείς πως το κύμα τα πήρε όλα μαζί του.