Ξαφνικά θύμωσα


Οργισμένος νιώθω,
να στέκομαι ανήμπορος
στ' αδιέξοδο της διαίρεσης
απλός θεατής
στην καταστροφή
που ξεδιπλώνεται μπροστά
σε όλους μας,
κι εσύ να κοιτάς πως να φυλαχτείς
από το γείτονα
κι εγώ από την ερωμένη
κι εκείνη από μένα
κι άλλη να θέλει να εξιλεωθεί 
και ν' αποδείξει πως αξίζει
και πάει να σώσει τον κόσμο,
τον κόσμο της,
απ' τον οποίο εγώ είμαι έξω,
ή απλά μακριά, δεν έχει σημασία,
απλά κουτσομπολιά να περνάει η ώρα,
αφού εσύ κοιτάς να πάρεις καμιά μίζα,
προσωρινά να βολευτείς,
να διορίσεις και να διοριστείς,
να πεις ψέματα για να την βγάλεις
στην πλάτη αυτού που λέει αλήθεια,
γιατί απλά
είναι όλοι για την πάρτη τους
κι αυτό που βλέπουν 
το αγνοούν,
αφού άλλα προβλήματα υπάρχουν
άλυτα που και λύση να είχαν
θλιβερά ανίκανα θα ήταν
να αποτρέψουν
το επερχόμενο τέλος...

Κι εσύ προσπαθείς να σώσεις τον κόσμο!
Έλα τώρα;

Τον κόσμο σου;
Αλήθεια γιατί τον λέμε κόσμο;
Αφού εσύ εκεί... κατοικείς μόνη!

Όπως άλλωστε όλοι,
φυλακισμένες μονάδες
συστημικά παραδεδομένες
σε αντιλήψεις, θρησκείες, παραδόσεις, νόρμες, φοβίες, άγχος και ανασφάλειες,
εγκλωβισμένη σε μια τεχνολογική περιπλοκότητα
που αναπτύσσεται ταχύτερα από την αντίληψη της μονάδας
ενός μέτριους κοινού νου
που ψάχνει μόνος στο σκοτάδι
να περισώσει τον κόσμο του
με το δικό του παραμύθι
κοιτάζοντας με απάθεια
και καταναλωτική αυταρέσκια
έναν πραγματικό κόσμο να αλλάζει
με ταχύτητα αστραπής.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Κεφάλαιο 1: Η νεράιδα του μαγεμένου δάσους. (Δοκιμή για παραμύθι)

Μου λείπουν τα χείλη σου (Η μποκαμβίλια)

Στεναχώρια