Κεφάλαιο 2: Ο Θλιμμένος Πρίγκιπας (Δοκιμή)
Ο πρίγκιπας γινόταν είκοσι χρονών εκείνη την ημέρα και στο παλάτι από νωρίς είχαν αρχίσει οι ετοιμασίες για τους εορτασμούς. Στην πραγματικότητα ο πατέρας του οργάνωνε έναν χορό προς τιμή του μονάκριβου γιου του αλλά και προς τιμή των σχεδίων που είχε για αυτόν και κυριότερα για το βασίλειο. Σε αυτόν το χορό ήταν καλεσμένος ο άρχοντας του γειτονικού βασιλείου με το οποίο τα τελευταία χρόνια είχαν συνάψει μια ισχυρή συμμαχία μεγάλης σημασίας για την ειρήνη της περιοχής. Ο γείτονας βασιλιάς είχε μια κόρη και οι δύο άρχοντες σκεφτόντουσαν ότι ήταν μια καλή ευκαιρία να επισφραγίσουν τη συμμαχία τους με έναν γάμο. Η κόρη δε αυτή, έλεγαν, ήταν πεντάμορφη και περιζήτητη οπότε και ο πρίγκιπας θα έπρεπε να είναι ευχαριστημένος. Βέβαια εκείνες τις εποχές οι γνώμη των νυμφίων ελάχιστα λαμβάνονταν υπόψη έτσι κι αλλιώς. Όταν ο άρχοντας ανακοίνωσε τα σχέδια του για το χορό το βράδυ ο πρίγκιπας δεν έφερε καμία αντίρρηση. Ήταν έξυπνος αρκετά για να γνωρίζει ότι αυτά τα θέματα είναι τυπικά, αφορούν το βασίλειο και εξάλλου από μικρός είχε μεγαλώσει γνωρίζοντας ότι τα θέματα του βασιλείου προηγούνται των θεμάτων των αρχόντων του. Αυτό ήταν εξάλλου το τίμημα του αξιώματός του.
"Τουλάχιστον λένε είναι όμορφη" είχε πει όταν άκουσε την απόφαση του βασιλιά το πρωί.
"Βέβαια, είσαι πολύ τυχερός παιδί μου" αποκρίθηκε ο πατέρας του.
Εκείνο το πρωινό ο πρίγκιπας αποφάσισε να πάρει τους άντρες της βασιλικής φρουράς και να πάνε για κυνήγι. Του άρεσε πολύ το κυνήγι και ήταν ένας καλός τρόπος να αποφύγει τις σκέψεις σχετικά με την βραδινή εκδήλωση. Θα έφερνε και φρέσκο κυνήγι να εμπλουτίσουν το δείπνο.
Οι άντρες συγκεντρώθηκαν στο προαύλιο του παλατιού καβάλα στα περήφανα άτια τους, με ελαφριά αρματωσιά όπως ταιριάζει για το κυνήγι των πουλιών. Ο πρίγκιπας κέντρισε το άλογό του και ξεχύθηκαν όλοι πέρα από την πύλη στο δάσος που απλωνόταν επιβλητικά γύρω από το κάστρο.
Χωρίστηκαν σε δύο ομάδες και έβαλαν στοίχημα για το ποιος θα έφερνε τα περισσότερα θηράματα. Μετά από κάμποση ώρα ο πρίγκιπας που είχε ξεμακρύνει από τη συνοδεία του σταμάτησε σε ένα μικρό ξέφωτο στην άκρη μια όμορφης λιμνούλας.
"Αυτό είναι ένα καλό σημείο να ξεκουράσω και να ποτίσω το άλογό μου" σκέφτηκε καθώς το χάιδεψε στη χαίτη και πριν προλάβει να ξεπεζέψει έπιασε μια κίνηση με την άκρη του ματιού του στην άκρη της λίμνης. Από ένστικτο περισσότερο τράβηξε τα γκέμια και το καλά εκπαιδευμένο άλογο υπάκουσε αμέσως και στάθηκε πίσω από έναν τεράστιο και επιβλητικό κέδρο. Σηκώθηκε στη σέλα, πιάστηκε από ένα κλαρί και ανασηκώθηκε για να έχει καλή θέα προς το μέρος που είχε δει την κίνηση. Το χέρι του πήγε σχεδόν αυτόματα στο τόξο του και έβγαλε ένα βέλος από τη φαρέτρα. Το πέρασε στη χορδή και στάθηκε ακίνητος ανάμεσα στις φυλλωσιές.
Τότε ξάφνου, το πιο όμορφο πλάσμα που είχε δει στη ζωή του εμφανίστηκε στην άκρη της λίμνης ανάμεσα από δυο φουντωτούς θάμνους. Κοίταξε δειλά πρώτα δεξιά και ύστερα αριστερά να σιγουρευτεί ότι ήταν μόνη. Μετά ανασηκώθηκε με σκανδαλιάρικο ύφος και άρχισε να πλατσουρίζει στα νερά. Τελικά ξάπλωσε σε μια ρηχή γωνιά και άφησε το καταπράσινο νερό να ηρεμήσει γύρω της ώσπου αυτή και η φύση έγιναν ένα. Αν δεν ήξερες που να δεις δε θα μπορούσες να την διακρίνεις. Έκλεισε τα μάτια της και απόλαυσε την γαλήνη που πρόσφεραν τα αηδόνια στον πλάτανο πάνω της που τη σκέπαζε με τη παχιά του σκιά.
"Μια νεράιδα!" σκέφτηκε ο πρίγκιπας και προς στιγμή τρόμαξε μήπως ακούστηκε η σκέψη του πολύ δυνατά. Κατέβηκε αθόρυβα πάνω στη σέλα του γνέφοντας στο άλογο να μείνει ήσυχο, απίθωσε το τόξο του και ξεπέζεψε. Ύστερα με περπατησιά γατίσια πλησίασε τη νεράιδα κόντρα στον άνεμο ώσπου έφτασε σχεδόν πάνω της. Στάθηκε εκεί αμήχανος απολαμβάνοντας την εικόνα της υπνωτισμένα.
"Δεν είναι και πολύ ευγενικό αυτό που κάνεις" είπε εκείνη χωρίς ακόμα να ανοίξει τα μάτια της.
Εκείνος ταράχτηκε αλλά βρήκε γρήγορα την ψυχραιμία του.
"Καλησπέρα νεράιδα" της είπε.
Εκείνη άνοιξε τα μάτια της και τον κοίταξε με το μελένιο βλέμμα της. Του χάρισε ένα χαμόγελο και σηκώθηκε νωχελικά καθώς το νερό έτρεχε πάνω της στραγγίζοντας στο κορμί τις σαν να μην είχε βραχεί ποτέ. Του χαμογέλασε και του είπε:
"Καλησπέρα πριγκιπόπουλο. Τι κάνεις εδώ στα μέρη μας; Μήπως πρέπει να φοβάμαι;" Το ύφος της ήταν παιχνιδιάρικο καθώς γλιστρούσε γύρω του. Εκείνος την ακολουθούσε με το βλέμμα του προσπαθώντας μάταια να χορτάσει την εικόνα της. Δεν της απάντησε, απλά της χαμογέλασε με τον ίδιο παιχνιδιάρικο τρόπο.
"Λοιπόν; Κατάπιες το αμίλητο νερό; Δεν έχεις ξαναδεί γυναίκα;"
"Γυναίκα ναι, νεράιδα πρώτη φορά βλέπω" απάντησε.
Τότε εκείνη το πλησίασε και άφησε ένα φιλί πάνω στα χείλια του χαϊδεύοντας τα μακριά του μαλλιά.
Από την άκρη του δάσους ένα κυνηγετικό βούκινο ακούστηκε τρεις φορές. Σινιάλο που σήμαινε τη συγκέντρωση μετά την λήξη του κυνηγιού.
Η νεράιδα τραβήχτηκε τρομαγμένη.
"Μη φοβάσαι, είναι η σύντροφοι μου που καλούν συγκέντρωση" της είπε κοιτώντας προς τη μεριά που ακούστηκε το σάλπισμα. Όμως όταν έστρεψε το κεφάλι του η νεράιδα είχε γίνει καπνός. Κοίταξε, έψαξε αλλά μάταια. Στάθηκε λίγο κι αφουγκράστηκε. Πάλι τίποτα. Το μόνο που υπήρχε ήταν η αίσθηση του φιλιού της στα χείλη του.
Το βούκινο σάλπισε πάλι τρεις φορές και με το ζόρι κάλυψε τους χτύπους της καρδιάς του. Ξάφνου νόμισε ότι άκουσε τη φωνή της.
"Μη με ξεχάσεις ποτέ..." σαν ψίθυρος, αλλά τόσο διαυγής που νόμισε ότι έχει παραισθήσεις. Σφύριξε και το άλογό του βγήκε από την κρυψώνα του και έσπευσε κοντά του με ένα χαριτωμένο τριποδισμό σαν να τον περιγελούσε. Το καβαλίκεψε και συνέχισε το ψάξιμο.
Έβγαλε το βούκινο και σάλπισε μία φορά. Σε λίγα λεπτά οι ιππότες της συνοδείας του βρέθηκαν κοντά του.
"Απλωθείτε" διέταξε. "Ψάχνουμε ένα κορίτσι με καστανά μαλλιά". Ο διοικητής της φρουράς και καλύτερος του φίλος άνοιξε το στόμα του να πει κάτι όμως το ατσαλένιο βλέμμα του πρίγκιπα τον έκανε να μετανοιώσει. Τράβηξε τα γκέμια και χώρισε την συνοδεία σε τρεις ομάδες έρευνας με κοφτές εντολές. Ο ίδιος και τρεις άντρες έμειναν μαζί με τον άρχοντα.
Πέρασε μία ώρα άκαρπων ερευνών όταν τελικά ο διοικητής της φρουράς βρήκε το θάρρος να ξεστομίσει:
"Άρχοντα μου συγχώρα με αλλά έχει περάσει η ώρα και πρέπει να επιστρέψουμε. Πρέπει να ετοιμαστείτε για την εκδήλωση." είπε συγκρατημένα.
Ο πρίγκιπας τον κοίταξε με πεισμωμένο θυμό όμως γρήγορα το βλέμμα του μαλάκωσε.
"'Έχεις δίκιο φίλε μου". Τράβηξε τα γκέμια του αλόγου του και του έγνεψε να σαλπίσει συγκέντρωση.
Μόλις μαζεύτηκε όλη η ομάδα ξεκίνησαν με καλπασμό προς το παλάτι.
"Μη με ξεχάσεις ποτέ..." του φάνηκε πως ξανάκουσε καθώς ο αέρας βούιζε στ' αφτιά του.
"Δε θα σε ξεχάσω ποτέ" ψιθύρισε στον άνεμο.
Για μήνες επισκεπτόταν ο πρίγκιπας τη λίμνη όπου είχε απαντήσει τη νεράιδα. Μάταια όμως. Εκείνη είχε φύγει για ένα από τα ταξίδια της. Εκείνος δεν γνώριζε τίποτα από όλα αυτά μέχρι που κάποια στιγμή τελειώσαν οι δικαιολογίες του και έπρεπε να αναλάβει τις ευθύνες του...
(συνεχίζεται)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου